Τελευταίες Ειδήσεις
Αρχική / Aπόψεις / Τι προβλέπει η σύμβαση της Γενεύης για το καθεστώς των προσφύγων

Τι προβλέπει η σύμβαση της Γενεύης για το καθεστώς των προσφύγων

Η Σύμβαση της Γενεύης για το καθεστώς των προσφύγων υπογράφηκε στην ομώνυμη πόλη της Ελβετίας στις 28 Ιουλίου του 1951 και κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Ν.Δ. 3989/1959.

Η Σύμβαση καθορίζει ακριβώς το ποιος είναι ο πρόσφυγας και το είδος της νομικής προστασίας ή άλλης παροχής, καθώς και των κοινωνικών δικαιωμάτων που αυτός ή αυτή οφείλει να λάβει από τα κράτη που υπέγραψαν το έγγραφο.

Λίγα χρόνια μετά η Σύμβαση συμπληρώθηκε από το Πρωτόκολλο του 1967, το οποίο κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον Α.Ν. 389/1968 και διεύρυνε την εντολή της Ύπατης Αρμοστείας καθώς το πρόβλημα των εκτοπισμένων πληθυσμών εξαπλωνόταν σε όλο τον κόσμο.

Γιατί είναι σημαντική η Σύμβαση;

Ήταν η πρώτη διεθνής συμφωνία που κάλυπτε τις πιο ουσιαστικές πλευρές της ζωής των προσφύγων. Καθόριζε μια σειρά θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τα οποία θα πρέπει να είναι τουλάχιστον ισότιμα με τις ελευθερίες που απολαμβάνουν οι αλλοδαποί υπήκοοι μιας χώρας ή και σε μερικές περιπτώσεις και οι ίδιοι οι πολίτες της χώρας. Αναγνωρίζει το διεθνές πεδίο δράσης των προσφυγικών κρίσεων και τη σπουδαιότητα της διεθνούς συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης και της από κοινού συμμετοχής των κρατών στη διευθέτηση του προβλήματος των προσφύγων.

Τι περιλαμβάνει η Σύμβαση του 1951;

Καθορίζει τον ορισμό του πρόσφυγα. Παραθέτει τα δικαιώματα του πρόσφυγα περιλαμβάνοντας και ελευθερίες όπως αυτές της θρησκείας, της μετακίνησης, της ελευθερίας, της εκπαίδευσης, της κατοχής ταξιδιωτικών εγγράφων, της δυνατότητας εργασίας και τονίζει τις υποχρεώσεις του ή της πρόσφυγα προς τη χώρα υποδοχής. Μία σημαντική διάταξη ορίζει τη μη επιστροφή του πρόσφυγα -ο νομικός όρος είναι η μη επαναπροώθηση -σε χώρα όπου υπάρχει φόβος δίωξής του. Επίσης διασαφηνίζει ποια άτομα ή ομάδες ατόμων δεν καλύπτονται από τη Σύμβαση.

Τι περιλαμβάνει το Πρωτόκολλο του 1967;

Το Πρωτόκολλο αφαιρεί τους γεωγραφικούς και χρονικούς περιορισμούς που έθετε η αρχική Σύμβαση σύμφωνα με τους οποίους μόνο άτομα που εμπλέκονταν στα γεγονότα που συνέβησαν στην Ευρώπη πριν την 1η Ιανουαρίου του 1951, μπορούσαν να υποβάλλουν αίτηση ασύλου.

Ποιος θεωρείται πρόσφυγας και τι υποχρεώσεις έχει;

Το άρθρο 1 της Σύμβασης καθορίζει ακριβώς το ποιος είναι ο πρόσφυγας. Είναι ένα άτομο που βρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του ή του τόπου κατοικίας του, έχει δικαιολογημένο φόβο δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ορισμένη κοινωνική ομάδα ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων και εξαιτίας αυτού του φόβου δίωξης αδυνατεί ή δεν επιθυμεί να απολαμβάνει την προστασία αυτής της χώρας ή την επιστροφή σ’ αυτήν.

Οι πρόσφυγες υποχρεούνται να σέβονται τους νόμους και τους κανονισμούς της χώρας ασύλου.

Από τη Σύμβαση δεν καλύπτονται άτομα τα οποία έχουν διαπράξει εγκλήματα κατά της ειρήνης, εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ή κάποιο σοβαρό μη-πολιτικό έγκλημα εκτός της χώρας ασύλου. Ο πρόσφυγας είναι πάντα πολίτης. Ένα άτομο που συνεχίζει να παίρνει μέρος σε στρατιωτικές δραστηριότητες δεν μπορεί να λάβει άσυλο.

Τι είναι η προστασία και ποιος την παρέχει;

Οι κυβερνήσεις θέτουν σε ισχύ τους νόμους μιας χώρας και προστατεύουν τους πολίτες σύμφωνα με τις διατάξεις τους. Όταν οι κυβερνήσεις αδυνατούν ή δεν είναι πρόθυμες να το κάνουν αυτό, συχνά κατά τη διάρκεια συγκρούσεων ή εμφύλιας διαμάχης, πολλοί άνθρωποι εγκαταλείπουν τις εστίες τους, μεταβαίνοντας ακόμη και σε άλλη χώρα, όπου μπορεί να θεωρηθούν πρόσφυγες. Καθώς δεν απολαμβάνουν πλέον την προστασία της χώρας τους, το ρόλο αυτό αναλαμβάνει η διεθνής κοινότητα.

Κύρια υπεύθυνες για την προστασία των προσφύγων είναι οι χώρες υποδοχής. Οι χώρες που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση του 1951 είναι υποχρεωμένες να τηρήσουν τους όρους της. Η Ύπατη Αρμοστεία διατηρεί ένα ρόλο ”παρατηρητή” στην όλη διαδικασία επεμβαίνοντας εάν χρειάζεται για να βεβαιωθεί ότι στους πραγματικούς πρόσφυγες θα χορηγηθεί άσυλο και δεν θα εξαναγκαστούν να επιστρέψουν σε χώρες όπου η ζωή τους κινδυνεύει. Ο οργανισμός ψάχνει να βρει τρόπους να βοηθήσει τους πρόσφυγες να ξαναρχίσουν τη ζωή τους, είτε μέσω του εθελοντικού επαναπατρισμού στις χώρες καταγωγής τους είτε, εάν αυτό είναι δυνατό, μέσω της μετεγκατάστασης σε χώρες υποδοχής ή σε άλλες τρίτες χώρες.

Πώς η Ύπατη Αρμοστεία διαχωρίζει τους πρόσφυγες από τους οικονομικούς μετανάστες;

Ένας οικονομικός μετανάστης εγκαταλείπει τη χώρα του με τη θέλησή του προς ανεύρεση μιας καλύτερης ζωής, συνεχίζοντας να απολαμβάνει την προστασία της χώρας του / της. Ένας πρόσφυγας δεν έχει επιλογές όταν εγκαταλείπει τη χώρα του εξαιτίας του φόβου δίωξης.

Η Σύμβαση καλύπτει τους εσωτερικά εκτοπισμένους πληθυσμούς;

Όχι με συγκεκριμένο τρόπο. Οι πρόσφυγες είναι άτομα που έχουν διασχίσει διεθνή σύνορα περνώντας σε μια δεύτερη χώρα όπου ζητούν άσυλο. Οι εσωτερικά εκτοπισμένοι πληθυσμοί μπορεί να έφυγαν για τους ίδιους λόγους, παραμένουν όμως εντός του εδάφους της χώρας τους και συνεπώς υπόκεινται στους νόμους της. Σε συγκεκριμένες καταστάσεις κρίσεων, η Ύπατη Αρμοστεία παρέχει βοήθεια σε κάποια εκατομμύρια εσωτερικά εκτοπισμένων πληθυσμών, αλλά όχι στο σύνολο των 20-25 εκατομμυρίων παγκοσμίως. Σε παγκόσμιο επίπεδο υπάρχει αυτή τη στιγμή μία εκτεταμένη συζήτηση πάνω στον τρόπο με τον οποίο θα προστατευθεί καλύτερα αυτή η ομάδα ξεριζωμένων ανθρώπων και από ποιον.

Είναι οι υπογράφουσες τη Σύμβαση χώρες υποχρεωμένες να δίνουν μόνιμο άσυλο σε όλους τους πρόσφυγες;

Η Σύμβαση δεν παρέχει αυτόματη ή μόνιμη προστασία. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι πρόσφυγες θα ενταχθούν μόνιμα στη χώρα ασύλου, ενώ άλλες όπου ένα άτομο μπορεί να παύσει να είναι πρόσφυγας όταν οι λόγοι της προσφυγικής του ιδιότητας παύσουν να υπάρχουν. Η ιδανική λύση για τα εκτοπισμένα άτομα είναι ο εθελοντικός επαναπατρισμός, εφόσον οι συνθήκες στη χώρα καταγωγής το επιτρέπουν.

Χώρες που δεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση, μπορούν να αρνηθούν να δεχθούν υποψήφιους πρόσφυγες;

Όλες οι χώρες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που δεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση, είναι υποχρεωμένες να παρέχουν βασικές αρχές προστασίας, βάσει του διεθνούς δικαίου. Κανένας πρόσφυγας, για παράδειγμα, δεν πρέπει να επιστραφεί σε έδαφος όπου υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή του.

Η ‘”προσωρινή προστασία” διαφέρει από τη Σύμβαση του 1951;

Σε διάφορες περιπτώσεις μαζικών εισόδων ανθρώπων, όπου οι διαδικασίες ασύλου δεν μπορούν να λειτουργήσουν, τα κράτη εφαρμόζουν την ”προσωρινή προστασία”, όπως συνέβη και κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων στην πρώην Γιουγκοσλαβία στις αρχές του 1990. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η προσωρινή προστασία λειτουργεί προς όφελος τόσο των κυβερνήσεων όσο και των ίδιων των αιτούντων άσυλο, μόνο όμως συμπληρωματικά, δεν αντικαθιστά την προστασία που παρέχει η Σύμβαση.

Μπορεί μια χώρα να θεωρηθεί ”ασφαλής” με την έννοια ότι δεν μπορεί να προκαλέσει πρόσφυγες;

Όχι. Ακόμα και σε χώρες όπου γενικά δεν υπάρχει σοβαρός φόβος δίωξης, οι ισχυρισμοί των πολιτών της χώρας αυτής πρέπει πάντα να εξετάζονται. Πρέπει να παραπέμπονται σε ταχύρυθμες διαδικασίες υπό τον όρο ότι ο αιτών άσυλο έχει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την υπόθεση της απουσίας κινδύνου.

Περιορίζεται η κρατική κυριαρχία από την αποδοχή της Σύμβασης;

Η κυριαρχία δεν είναι ποτέ απόλυτη. Οι διεθνείς σχέσεις προϋποθέτουν ένα λογικό και αποδεκτό επίπεδο συμβιβασμού. Τα αντιπροσωπευτικά όργανα των προσφύγων συμβιβάζουν το κρατικό ενδιαφέρον με την προστασία. Η παροχή ασύλου όμως, για παράδειγμα, δεν έχει συμπεριληφθεί στις αρμοδιότητές τους αλλά συνεχίζει να εναπόκειται στην αποκλειστική διάθεση των κυβερνήσεων.

Μπορεί η Σύμβαση να λύσει τα προσφυγικά προβλήματα;

Οι άνθρωποι γίνονται πρόσφυγες, είτε ως μεμονωμένα άτομα είτε ως μέρος μαζικών εξόδων, εξαιτίας πολιτικών, θρησκευτικών, στρατιωτικών ή άλλων προβλημάτων που συμβαίνουν στη χώρα τους. Η Σύμβαση δε σχεδιάστηκε για να αντιμετωπίσει αυτά τα αρχικά προβλήματα, αλλά για να διευθετήσει τις συνέπειές τους προσφέροντας στα θύματα κάποιο βαθμό διεθνούς προστασίας ή και άλλη βοήθεια, και τελικά βοηθώντας τους να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους. Η προστασία μπορεί να συμβάλλει κατά κάποιο τρόπο δίνοντας μια γενικότερη λύση, όμως καθώς ο αριθμός των προσφύγων έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, γίνεται φανερό ότι η ανθρωπιστική δράση δεν μπορεί να αντικαταστήσει την πολιτική δράση στην επίλυση ή στην αποφυγή μελλοντικών κρίσεων.

πηγή: lawspot.gr

Δείτε επίσης

Κ.Δ. 27/2020 “Διευκολύνσεις πολύτεκνων οικογενειών κλπ κατά τη διάθεση τους για εκτέλεση υπηρεσίας”

Με την έκδοση της υπ’ αριθμ 27/2020 Κανονιστικής Διαταγής του κ.Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, παρέχονται …